Δευτέρα 10 Νοεμβρίου 2008

Αγία Θεοδώρα, από το www.inarcadia.gr


Το Ναΐδριο τούτο είναι μοναδικό στο είδος του! Είναι ένα προσκύνημα της πανελλαδικής Ορθόδοξης Χριστιανικής Πίστεως... και όχι μόνο! Εξωκκλήσι του χωριού, Βάστα Μεγαλοπόλεως Αρκαδίας, είναι στα σύνορα με τη Μεσσηνία, του δέκατου αιώνα, προς τιμή της Οσιοπαρθενομάρτυρος Θεοδώρας, τοπικής Αγίας! Η Αγία Θεοδώρα, που ζούσε θεάρεστο βίο, συκοφαντήθηκε και αφού, βίαια, οδηγήθηκε εδώ, εκτελέστηκε από δημίους! Τα τελευταία λόγια της προσευχής της ήταν: «Το σώμα μου να γίνει ναός, τα μαλλιά μου δένδρα και το αίμα μου ποτάμι»! Τα παράλογα, λογικώς, αυτά λόγια πιστής ψυχής προς υπεράσπιση της τιμής της, τα δέχθηκε ο ουρανός και η αλήθεια διέλαμψε. Έτσι, στο ναό που κτίσανε οι πιστοί φύτρωσαν θαυματουργικά και υπάρχουν 17 δένδρα! Το ερώτημα: Πώς διατηρούνται, πώς, όταν φυσούν σφοδροί άνεμοι, δε γκρεμίζονται; Εδώ, ακριβώς, ισχύει: «όπου βούλεται ο Θεός εν τοις έργοις αυτού». Εδώ, φουντώνει η πίστη στο Θεό, τα μάτια βουρκώνουν από ιερή συγκίνηση και ο, αμφιβάλλων, αποχωρεί σκεπτικός, έστω. Ήδη, πλήθη κόσμου καταφθάνουν, από την πλευρά της Μεσσηνίας και της Μεγαλόπολης, μέσω Ίσαρι, για να θαυμάσουν το μνημείο και θαύμα της Πίστεως. Κάτω τρέχει το αγίασμα που διατηρείται όπως ο Αγιασμός! Είναι μια καταπληκτική εικόνα, στη σκεπή μιας χαμοκέλας να έχουν φυτρώσει 17 μεγάλα δένδρα, με χονδρούς κορμούς, και να στέκουν εκεί χρόνια, στη βροχή και τον αέρα, θαύμα ολοζώντανο, απίστευτο -κι όμως πιστευτό και για τους πλέον δύσπιστους! Δικαιολογημένα· πλήθη λαού συρρέουν καθόλη τη διάρκεια του έτους... με πούλμαν, με Ι.Χ., με... για να δουν “ιδίοις όμμασιν” το μεγάλο θαύμα της φύσεως, της ζωής, του Θεού! Δεν υπάρχουν λόγια για μια τέτοια προσέγγιση... αν δεν πας ο ίδιος· ναι, ο ίδιος! Η μνήμη της εορτάζεται την 11η του μηνός Σεπτεμβρίου. Ο βίος της Αγίας έγινε άριστο κινηματογραφικό θρησκευτικό έργο και ήδη προβάλλεται!

Τρίτη 21 Οκτωβρίου 2008



«Η πλατεία του χωριού»

Τίποτα δεν έλειπε από τα καλοκαίρια μας. Πανηγύρια, παιχνίδια, ξεκούραση και μερικές ξυλιές που και που για να θυμόμαστε πως ήμασταν πάντοτε εν δυνάμει μικροί «εγκληματίες». Όλα όμως έβρισκαν επιστέγασμα στις νυχτερινές συγκεντρώσεις στην πλατεία του χωριού. Με νυχτερινή θέα την Αγία Θεοδώρα ή το Κοτρωνάκι, και ορμητήρια το Σχολείο ή την Κρύα, τα Βασταιόπουλα δεν κουράζονταν να συζητούν, να τσακώνονται, να τραγουδούν, να διασκεδάζουν ακόμα και να ερωτεύονται (με εκείνους τους παιδικούς ή εφηβικούς μελοδραματικούς έρωτες) κάτω από τη στοργική επίβλεψη του καμπαναριού της εκκλησίας μας. Άλλοτε στην πεζούλα του προαυλίου της εκκλησίας, άλλοτε στη Στουρνάρα, πάνω σε αυτές τις ζωντανές πέτρες, όλοι μας αφήσαμε κάτι από την παιδικότητά μας... Μια ανάμνηση, μια σκέψη, μια ελπίδα ρίζωσε για τα καλά εκεί, παρηγοριά στους κρύους χειμώνες και στη μοναξιά της λήθης...

από την altheliel

«Τα πλατάνια της Ζεστής»

Πόσα καλοκαίρια στο χωριό δεν μετρούν αυτές οι γρατσουνιές στα γόνατά μου, που ακόμα και σήμερα σαν τις κοιτώ με γυρίζουν σε ημέρες γεμάτες πράσινο, φως και θερινή ραστώνη. Ημέρες που από το ταρατσάκι του παππού μου του Γιώργη, έβλεπα τις κατσίκες να ανεβοκατεβαίνουν και αμέσως συνειρμικά (ακόμα και σήμερα) μου ερχόταν στο μυαλό το κατσικίσιο γάλα που παρά τις προσπάθειες να μας πείσει η μαμά πως ήταν δυναμωτικό, εμείς αηδιάζαμε και μόνο στην όψη του. Ημέρες που χανόμασταν στη Ζεστή μαζί με τα ξαδέλφια μου και τα άλλα παιδιά της «επάνω γειτονιάς», παίζοντας από κρυφτό μέχρι πετροπόλεμο. Πόσα μυστικά, πόσα δάκρυα, πόσα γέλια έχουν ζήσει αυτά τα πλατάνια. Αν τα άνοιγε κανείς στη μέση, θα έβρισκε εκεί φωλιασμένες τόσες ψυχές, τόσες ζωές. Σήμερα, στέκουν επιβλητικά αλλά σιωπηλά σε όσους απαρνήθηκαν την μαγεία τους, επειδή τάχα μεγάλωσαν. Παρόλο που δεν έχουν παιδιά να κρυφτούν πάνω τους, να τα αγκαλιάσουν, να κρεμαστούν από τα κλαριά τους (και ας γδάρουν τα χέρια τους και ας τα περιποιηθεί μετά κατάλληλα η μαμά, όταν θα φτάσουν ξεψυχισμένα από το παιχνίδι στο σπίτι), στέκουν εκεί, σαν κάτι να καρτερούν. Ζουν με τις αναμνήσεις του χθες και κάθε φορά που κάποιος περνά από εκεί δεν έχει παρά να ανοίξει την καρδιά του και να νιώσει πως αυτά τα πλατάνια, σιγοψιθυρίζουν στο αέρα ιστορίες από τα παλιά. Ιστορίες για ανθρώπους και καιρούς αλλοτινούς. Τότε που όλα ήταν πιο απλά.
Και σαν ακούσεις το σιγοψιθύρισμα αυτό, πιεις νεράκι από τη Βρύση, αγνοήσεις το κινητό σου που χτυπά και σε εγκαλεί να μεγαλώσεις, ίσως να ξαναδείς τα παιδιά να τρέχουν πανω κάτω στην ανηφόρα της Ζεστής, να γελούν, να τραγουδούν... Και ίσως τότε θυμηθείς πως ήσουνα και εσύ κάποτε ένα από αυτά. Ένα από τα παιδιά που σκάλισε το όνομά του στον Πλάτανο της Ζεστής, και αυτός όχι μόνο δεν το μάλωσε αλλά το αγκάλιασε και το έκανε τραγούδι – έστω και αν λίγοι το ακούν...

από την altheliel

Πέμπτη 16 Οκτωβρίου 2008